Παγκόσμια Αποκατάσταση: η Χρυσή παράδοση των πατέρων
του Νικήτα Μπάλλα

3. Ο ευαγγελισμός των νεκρών

"ο μοναδικός λόγος που ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη ήταν για να κηρύξει το ευαγγέλιο.." Κλήμης της Αλεξάνδρειας

Η ιδέα ότι μετά το θάνατο δεν υπάρχει σωτηρία προωθήθηκε κυρίως από το ψευδεπίγραφο Ιουδαϊκό κείμενο «ΕΣΔΡΑΣ Β» το οποίο γράφτηκε τον πρώτο αιώνα π.Χ στην Αλεξάνδρεια. Σχεδόν όμως χωρίς καμμία εξαίρεση οι Χριστιανοί των πρώτων αιώνων πίστευαν και δίδασκαν ότι ο Χριστός κήρυξε το ευαγγέλιο ακόμα και στους νεκρούς που ήταν φυλακισμένοι στον Άδη. Σε αυτό συμφωνούν και οι περισσότεροι ιστορικοί. Ένας από αυτούς γράφει: «Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου και του Τρίτου αιώνα όλες οι Χριστιανικές ομολογίες και αιρέσεις πίστευαν ότι ο Χριστός κήρυξε το ευαγγέλιο στους νεκρούς» (1) Ένας άλλος ιστορικός, ο Dietelmaier προσθέτει: « Όλοι οι Χριστιανοί πίστευαν στη διδασκαλία αυτή» (2)

Στους πρώτους αιώνες οι Χριστιανοί έδιναν μεγάλη έμφαση στα λόγια:

«κήρυξε ( ο Χριστός ) και προς τα πνεύματα που ήσαν στη φυλακή, τα οποία κάποτε απείθησαν» ( Α ΠΕΤΡΟΥ 3: 19, 20 ) και: «Επειδή, γι' αυτό κηρύχθηκε το ευαγγέλιο και προς τους νεκρούς, για να κριθούν μεν σύμφωνα με τους ανθρώπους κατά τη σάρκα, να ζουν όμως σύμφωνα με τον Θεό κατά το πνεύμα» (A ΠΕΤΡΟΥ 4: 6)

Αυτή η διδασκαλία ήταν ευρύτατα διαδεδομένη σε όλες τις Χριστιανικές κοινότητες των πρώτων αιώνων της Εκκλησίας. Φυσικά η ιδέα αυτή δεν άρεσε σε όλους τους Χριστιανούς και έτσι βλέπουμε τον «πατέρα» της Δυτικής θεολογίας Αυγουστίνο να την «αναθεματίζει» ως την 79η αίρεση στον περίφημο κατάλογο αιρέσεων που ο ίδιος ετοίμασε. Παρόλα αυτά, η διδασκαλία ότι το ευαγγέλιο κηρύττεται ακόμα και στους νεκρούς παρέμεινε ζωντανή μέχρι και τον 9ο αιώνα οπότε και αναθεματίσθηκε από τον τότε Πάπα της Ρώμης.

Γεγονός παραμένει πάντως ότι οι πρώτοι Χριστιανοί πίστευαν ότι ο Χριστός όχι μονάχα κήρυξε το Ευαγγέλιο στους νεκρούς αλλά και ότι επίσης τους ελευθέρωσε όλους από τα δεσμά του Άδη. Πως είναι λοιπόν δυνατό να πίστευαν αφενός μεν ότι όλοι οι ασεβείς που έζησαν πριν την έλευση του Σωτήρα ελευθερώθηκαν από τα δεσμά του Άδη - αφετέρου δε ότι οι ασεβείς που έζησαν και πέθαναν μετά την έλευση Του θα υποφέρουν για πάντα στα δεσμά της κόλασης;

Γράφει ο "πατέρας της εκκλησιαστικής ιστορίας" Ευσέβιος: «Ο Χριστός θέλοντας τη σωτηρία όλων των ανθρώπων ...άνοιξε τον δρόμο επιστροφής στη ζωή στους νεκρούς που ήταν φυλακισμένοι με τις αλυσίδες του θανάτου». Ο Αλεξανδρινός "υπέρμαχος της Ορθοδοξίας" Μέγας Αθανάσιος πρόσθεσε τα εξής: «Ο Διάβολος...έχοντας εκθρονισθεί από τον Άδη, βλέπει όλα τα δέσμια όντα να καθοδηγούνται από τον Σωτήρα» (3). Ο επίσης Αλεξανδρινός Δίδυμος ο Τυφλός δεν διαφώνισε καθόλου: «Στην απελευθέρωση των πάντων κανένας δεν παραμένει αιχμάλωτος. Τον καιρό των Παθών του Κυρίου μονάχα ο Σατανάς πληγώθηκε καθώς έχασε όλους τους αιχμαλώτους που μέχρι τότε κρατούσε». Ο αγαπημένος πατέρας των Ορθοδόξων θεολόγων, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ήταν το ίδιο σαφής σχετικά με την ευρύτητα του θριάμβου του Χριστού: «Μέχρι που ο Χριστός ελευθέρωσε με το αίμα του όλους όσους γόγγυζαν κάτω από τις Ταρτάρινες αλυσίδες». Ο φάσκων και αντιφάσκων Λατίνος Ιερώνυμος σε κάποια από τις πιό «φωτισμένες» στιγμές του επίσης κατανόησε τον ολοκληρωτικό θρίαμβο του Χριστού όταν σχολίασε την «αιώνια» εμπειρία του προφήτη Ιωνά : «Ο Κύριος φυλακίσθηκε σε αιώνια δεσμά (δηλαδή για τρείς ολόκληρες ημέρες...) ώστε να ελευθερώσει όσους είχαν φυλακισθεί»

Αυτές οι περικοπές και πολλές άλλες παρόμοιες από τα γραπτά των πρώτων πατέρων της εκκλησίας αποδεικνύουν κατηγορηματικά ότι η πρώιμη εκκλησία θεωρούσε το θρίαμβο του Χριστού ως Παγκόσμιο, συμπεριλαμβάνοντας όλους τους ασεβείς νεκρούς των αιώνων πριν από την Πρώτη έλευσή Του. Είναι δυνατόν να πιστεύανε ότι οι ασεβείς νεκροί των μετέπειτα αιώνων δε θα χαίρανε της ίδιας τύχης ύστερα από την οποιαδήποτε τιμωρία τους;

Ο πρώτος μεγάλος θεολόγος της μεταποστολικής εκκλησίας, ο Κλήμης της Αλεξάνδρειας ( Κλήμης ο Αλεξανδρεύς ) δίδαξε ξεκάθαρα ότι το ευαγγέλιο κηρύχθηκε σε όλους τους νεκρούς του Άδη, Ιουδαίους και Εθνικούς, και ότι «ο μοναδικός λόγος που ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη ήταν για να κηρύξει το ευαγγέλιο» (4).

Ο Νεστοριανός Πατριάρχης Τιμόθεος ο Β', έγραψε ότι «διαμέσου των προσευχών των αγίων οι ψυχές των αμαρτωλών περνάνε από την Γεένα στον Παράδεισο» (5)

Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι οι πρώτοι Χριστιανοί πίστευαν ότι η σωτηρία "προσφέρεται" ακόμα και μετά το θάνατο. Μερικοί Χριστιανοί συγγραφείς επίσης φαντάστηκαν τους Αποστόλους να κατεβαίνουν στον Άδη για να κηρύξουν το ευαγγέλιο στους νεκρούς! Οι πρώτοι Χριστιανοί σίγουρα δεν θεωρούσαν τον θάνατο ως τελεσίδικη «ημερομηνία λήξεως» στην αγάπη, στο έλεος, στη Χάρη και στη σωτηρία του Θεού.

Ο ιστορικός Χάνσον αναφέρει ότι έναν μόλις αιώνα μετά το θάνατο του Απ. Ιωάννη κυκλοφόρησε το απόκρυφο «ευαγγέλιο του Νικόδημου» το οποίο φανερώνει τις τότε επικρατούσες εσχατολογικές αντιλήψεις. Το ιστορικής σημασίας κείμενο αυτό περιγράφει με τα ακόλουθα λόγια τον θρίαμβο του Χριστού στον Άδη: «Όταν ο Ιησούς κατέβηκε στον Άδη, ανοίξανε οι πύλες διάπλατα, και παίρνοντας από το χέρι τον Αδάμ ο Ιησούς είπε ‘Ελάτε όλοι μαζί μου, όλοι εσείς που πεθάνατε διαμέσου του δέντρου που αυτός άγγιξε, επειδή ιδού, σας ανασταίνω όλους διαμέσου του δέντρου του σταυρού». Ο Χάνσον σχολιάζει τα περιεχόμενα του απόκρυφου αυτού βιβλίου ως εξής: «Το βιβλίο αυτό δείχνει κατηγορηματικά ότι οι Χριστιανοί της εποχής εκείνης δεν θεωρούσαν την ‘αιώνια κόλαση’ ως ατέλειωτη και αμετάκλητη, καθώς πίστευαν ότι όσοι είχαν καταδικασθεί σε μία τέτοια κατάσταση επρόκειτο να ελευθερωθούν»

Και συνεχίζει: «Εάν κήρυξε ο Χριστός ‘και προς τα πνεύματα που ήσαν στη φυλακή, τα οποία κάποτε απείθησαν’ ( βλέπε Α ΠΕΤΡΟΥ 3: 19, 20 ), τότε η Αγία Γραφή φανερώνει ότι η στιγμή του θανάτου δεν επιφέρει την τελική και αμετάκλητη τιμωρία κάθε αμαρτωλής ψυχής καθώς ο δρόμος της σωτηρίας παραμένει ανοιχτός. Βλέπουμε λοιπόν ότι το ευαγγέλιο δε θα αποτύχει να απελευθερώσει από την αμαρτία και το θάνατο όλους αυτούς για τους οποίους πέθανε ο Χριστός, δηλαδή όλους τους ανθρώπους!»

Η συνήθεια των πρώτων Χριστιανών στο να προσεύχονται για τους νεκρούς συγγενείς τους φανερώνει ότι πίστευαν στην ιδέα ότι η τελική κατάσταση της ψυχής δεν οριστικοποιείται με τον θάνατο του σώματος καθώς το έλεος του Θεού είναι ενεργό ακόμα και στον Άδη. Η ιδέα ότι ο θάνατος του σώματος αποτελεί ημερομηνία λήξεως στο έλεος και στη Χάρη του Θεού είναι διαμετρικά αντίθετη με την επικρατούσα συνήθεια των πρώτων Χριστιανών να προσεύχονται για τους νεκρούς.

Ο ισχυρισμός ότι η Αγία Γραφή περιέχει αποσπάσματα που διδάσκουν την ιδέα ότι ο θάνατος του σώματος αποτελεί ημερομηνία λήξεως μάλλον δεν στέκει. Ακόμα και βιβλικές αναφορές όπως «είναι αποφασισμένο στους ανθρώπους μια φορά να πεθάνουν, ύστερα δε από τούτο είναι κρίση» (ΕΒΡΑΙΟΥΣ: 9 27), δεν σημαίνουν υποχρεωτικά ότι η "κρίση" αποκλείει την σωτήρια ενέργεια της Θείας Χάρης. Μπορεί κάλλιστα να ειπωθεί ότι ισχύει το αντίθετο, καθώς όλες οι λεγόμενες "κρίσεις" του Θεού πηγάζουν από τη φιλανθρωπία Του και είναι μέσα ( όχι σκοπός ) του "αιώνιου σχεδίου" σωτηρίας. Έτσι τουλάχιστον πίστευαν και δίδασκαν πολλοί απο τους πατέρες της αρχαίας Εκκλησίας.

Δυστυχώς η επικράτηση του Λατινικού πνεύματος στην Εκκλησία αρχικά περιόρισε την μεταθανάτια βελτίωση και σωτηρία των αμαρτωλών ψυχών μονάχα σε όσους πέθαναν ως «ατελείς» Χριστιανοί δημιουργώντας έτσι το «Καθαρτήριο» των Καθολικών και τα "Τελώνεια" των Ορθοδόξων. Στην δε συνέχεια ήρθαν οι Διαμαρτυρόμενοι να αποτελειώσουν το μακάβριο έργο των Λατίνων πατέρων απορρίπτοντας την προοπτική μεταθανάτιας βελτίωσης της ψυχής ακόμα και για όσους Χριστιανούς πεθαίνουν "ατακτοποίητοι". Ποιός Χριστιανός όμως φθάνει στην τελειότητα πριν πεθάνει;

Ο διαχωρισμός των "κρίσεων" του Θεού ως παιδαγωγικού/εξαγνιστικού χαρακτήρα για τους Χριστιανούς και ως καθαρά εκδικητικού χαρακτήρα για τους υπόλοιπους ανθρώπους είναι η πιό διαβολική αίρεση που μόλυνε ποτέ τη Χριστιανική θρησκεία καθώς λασπώνει τον χαρακτήρα του Θεού και τον παρουσιάζει ως σχιζοφρενή. Οι λεγόμενες τιμωρίες του Θεού θα πρέπει να θεωρούνται ως «καθαρτήριες» όχι μόνο για τους Χριστιανούς αλλά και γιά όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Αυτή άλλωστε είναι και η ετυμολογική σημασία της λέξης «κόλαση». Ο Θεός δεν υπόκειται σε πάθη όπως ο σαδισμός και η εκδικητική μανία.

Για όσους επιμένουν να πιστεύουν στην ύπαρξη κάποιας μεταθανάτιας "κρίσεως" ή "τιμωρίας", θα μπορούσαμε να πούμε ότι το Καθαρτήριο, δηλαδή η κόλαση, θα πρέπει να ισχύει για όλους τους ανθρώπους με την έννοια ότι ο Θεός είναι πυρ καταναλίσκον που κατακαίει και καταστρέφει το "σαρκικό φρόνημα".

Η αντίληψη των κρίσεων του Θεού ως παιδαγωγικές και εξαγνιστικές σταδιακά απορρίφθηκε και περιορίσθηκε στο Λατινικό δόγμα του «καθαρτήριου πυρός μονάχα για τους πιστούς» μετά τον Τέταρτο αιώνα.

Ακόμα και το καθαρτήριο των Λατίνων όμως πήρε τελικά τη μορφή των ειδωλολατρικών αντιλήψεων σχετικά με τον κάτω κόσμο με διαβόλους και τριβόλους να βασανίζουν «για λίγο καιρό» τα άτακτα παιδιά του Καθολικισμού. Όπως ήταν επόμενο, οι Χριστέμποροι δεν έχασαν την ευκαιρία να θυσαυρίσουν και από αυτό το θεολογικό έκτρωμα επινοώντας το ανεπανάληπτο σύστημα με τα συγχωροχάρτια και τα “indulgences”.

Υποσημειώσεις
Huidekoper's "The Belief of the First Three Centuries Concerning Christ's Mission to the Underworld
Historia Dogmatis do Descensu Christi ad Inferos. J. A. Dietelmaier

De Passione et Cruce Domin. Migne, XXVIII, 186-240
βλέπε Στρώματα 6

Asseman. IV. p. 344, από το έργο του καθ. Plumptres "Spirits in Prison," p. 141; Dict. Christ. Biog. Art. Eschatology, etc.

Index