Παγκόσμια Αποκατάσταση: η Χρυσή παράδοση των πατέρων
του Νικήτα Μπάλλα
4. Μεταποστολικές μαρτυρίες
"Ο Παντοδύναμος και Άφθαρτος Θεός θα προσφέρει μία ακόμα χάρη στους προσκυνητές Του όταν του το ζητήσουν. Θα σώσει την ανθρωπότητα από το φοβερό πυρ και την αθάνατη αγωνία...και αφού τους μαζέψει και περισώσει από το άσβεστο πυρ...θα τους στείλει, προς χάριν των εκλεκτών Του, σε μία άλλη ζωή, την αιώνια ζωή, μαζί με τους αθανάτους..." Σιβυλλικά έπη
Τα Σιβυλλικά έπη
Μία σειρά απο τα αρχαιότερα Χριστιανικά κείμενα (εκτός της Καινής Διαθήκης) που διδάσκουν ανοικτά την Παγκόσμια Σωτηρία είναι τα λεγόμενα Σιβυλλικά Έπη (γνωστά και ως Σιβυλλικές Προφητείες). Τα κείμενα αυτά είναι ψευδεπίγραφα και έχουν γραφτεί σε διαφορετικές εποχές από το 181 π.Χ μέχρι και το 267 μ.Χ. Το συγκεκριμένο Χριστιανικό κείμενο που διδάσκει την Παγκόσμια Σωτηρία γράφτηκε σύμφωνα με τους ειδικούς περίπου το 80 μ.Χ από κάποιον Χριστιανό της Αλεξάνδρειας. Το κείμενο αυτό - μαζί με τα υπόλοιπα Σιβυλλικά κείμενα - ήταν ευρύτατα διαδεδομένο και κυκλοφορούσε στις περισσότερες εκκλησίες πριν καν λήξει ο πρώτος αιώνας και αναφέρεται ως σημαντική πηγή (ακόμα και ως θεόπνευστο) από πολλούς Χριστιανούς συγγραφείς κατοπινών αιώνων.
Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα αναγνώριζαν το κύρος των Σιβυλλικών κειμένων σε τέτοιο βαθμό που συχνά αποκαλούνταν ως «Σιβυλλικοί». Ο πρώτος μεγάλος πολέμιος του Χριστιανισμού, ο Κέλσος ονόμασε τους Χριστιανούς ως Σιβυλλικούς. Δεκαετίες αργότερα, ο Ωριγένης τον διόρθωσε ( Κατά Κέλσου 5. 61 ) λέγοντας ότι η "επίσημη" ονομασία τους είναι Χριστιανοί.
Ο Κλήμης της Αλεξάνδρειας όχι μόνο αναγνωρίζει τα Σιβυλλικά κείμενα ως προφητικά αλλά και ως «σωτήριους ύμνους». Ο συγγραφέας Λακτάντιος αναφέρεται τουλάχιστον 50 φορές στα Σιβυλλικά έπη σε ένα απολογητικό του έργο.
Δεν είναι καθόλου υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων αιώνων τα Σιβυλλικά έπη είχαν μεγαλύτερη απήχηση στους Χριστιανούς ακόμα και από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τα κείμενα αυτά φανερώνουν τις επικρατούσες απόψεις στις πρώτες μεταποστολικές Χριστιανικές κοινότητες. Καθώς είχαν ως κύριο στόχο να φέρουν τους εθνικούς στον Χριστιανισμό χρησιμοποιώντας μάλιστα ως βασική διδασκαλία την ιδέα περί «αποκατάστασης των πάντων», σίγουρα η διδασκαλία αυτή ήταν βασικό στοιχείο του πρώιμου Χριστιανισμού.
Οι δίκαιοι προσεύχονται υπέρ των «κολασμένων»
Αφού περιγράφει με τα αυστηρότερα λόγια ( αιώνια κόλαση, αθάνατη αγωνία κλπ. ) τις μεταθανάτιες τιμωρίες των αμαρτωλών ο άγνωστος συγγραφέας του Σιβυλλικού κειμένου παρουσιάζει την εξής καταπληκτική σκηνή. Οι «μακάριοι» κάτοικοι του Παραδείσου παθαίνουν κατάθλιψη σκεπτόμενοι τα βασανιστήρια που υποφέρουν οι κολασμένοι και ενώνουν τις προσευχές τους ζητώντας απο τον Θεό να απελευθερώσει τους απολωλότες! Το κείμενο προσθέτει τα εξής: «ο Παντοδύναμος και Άφθαρτος Θεός θα προσφέρει μία ακόμα χάρη στους προσκυνητές Του όταν του το ζητήσουν. Θα σώσει την ανθρωπότητα από το φοβερό πυρ και την αθάνατη αγωνία...και αφού τους μαζέψει και περισώσει από το άσβεστο πυρ...θα τους στείλει, προς χάριν των εκλεκτών Του, σε μία άλλη ζωή, την αιώνια ζωή, μαζί με τους αθανάτους...» (1)
Βλέπουμε λοιπόν ότι η φρασεολογία τύπου «αιώνια κόλαση», «αιώνιο πυρ», κλπ., δεν είχε εκείνα τα χρόνια την έννοια «ατελεύτητης», «παντοτινής» και «αμετάκλητης» τιμωρίας καθώς θεωρούσαν τον Παντοδύναμο Θεό ως ικανό να σώσει τους ανθρώπους από το «άσβεστο πυρ». Τα Σιβυλλικά έπη επίσης διδάσκουν ότι τόσο οι δίκαιοι όσο και οι ασεβείς πρέπει να περάσουν μέσα από το «άσβεστο πυρ», και ότι τα πάντα, ακόμα και ο Άδης θα πρέπει να καθαρισθούν από το Θεϊκό πυρ. Επίσης διδάσκουν ότι αφού οι ασεβείς απελευθερωθούν από τον Άδη, θα μεταβούνε στη Γέενα, από όπου θα μεταφερθούν τελικά – μετά από τις παρακλήσεις των δικαίων – «στην αιώνια ζωή που απολαμβάνουν οι αθάνατοι» (2)
Η ιδέα αυτή επηρέασε ακόμα και τον "κολασολάγνο" Αυγουστίνο ο οποίος αφού υποτιμητικά αναφέρεται στην πλειοψηφία ( τους περιγράφει ως «πολλούς, μα πάρα πολλούς» ) των Χριστιανών της εποχής του ως «φιλεύσπλαχνους» επειδή πίστευαν στην τελική σωτηρία των ασεβών σχεδόν επαναλαμβάνει τα Σιβυλλικά έπη όταν εξηγεί τους λόγους για τους οποίους πιστεύουν ότι η κόλαση θα έχει τέλος. Σύμφωνα λοιπόν με τον Αυγουστίνο, οι περισσότεροι Χριστιανοί της εποχής του δε θα αποβάλλουν στην άλλη ζωή την τάση που έχουν να συγχωρούν και να προσεύχονται για τους εχθρούς τους και ρωτά «αφού οι σωσμένοι ενώσουν τις προσευχές τους δε θα νοιώσει ο Θεός έλεος ώστε να ακούσει τις προσευχές τους;». Θέτοντας αυτά τα ερωτήματα, στη συνέχεια ο Αυγουστίνος αφιερώνει στο τερατούργημα «η πόλιτεία του Θεού» ολόκληρες σελίδες για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα καθώς δεν πίστευε ότι ο Θεός θα σώσει όλους τους ανθρώπους παρά μονάχα τους «εκλεκτούς».
Τρεις μεταποστολικές αιρετικές ομάδες Χριστιανών που δεν καταδικάσθηκαν για την διδασκαλία τους σχετικά με την Αποκατάσταση
Οι Βασιλιδιανοί, οι Βαλεντινιανοί και οι Καρποκρατιανοί ήταν από τις αρχές του Δεύτερου αιώνα οι κυριότερες ομάδες «Γνωστικιστών» Χριστιανών που κατηγορήθηκαν για διάφορες αιρετικές διδασκαλίες τους όπως η μετενσάρκωση, αλλά που δεν καταδικάσθηκαν καθόλου για την διδασκαλία τους περί Παγκόσμιας σωτηρίας, γεγονός που αποδεκνύει ότι κανένας Χριστιανός της εποχής εκείνης είχε αντίρρηση με την ιδέα της «αποκατάστασης των πάντων».
Το «λάθος» των αιρετικών αυτών ήταν που προσπάθησαν να εναρμονίσουν την μεγάλη ελπίδα του ευαγγελίου της αγάπης του Χριστού με τις τότε διαδεδομένες «επιστημονικές» ιδέες περί προύπαρξης των ψυχών και μετενσάρκωσης, ιδέες που ασπάζονταν άλλωστε ακόμα και οι Ιουδαίοι (κυρίως οι Φαρισαίοι) της εποχής του Χριστού. Ένας από τους αιρετικούς αυτούς, ο Βασιλίδης ( 117-138 ) ήταν Αιγύπτιος Φιλόσοφος που ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό και κατέληξε να γίνει Γνωστικιστής Χριστιανός. Ο Βασιλίδης παραδέχθηκε ότι οι απόψεις του περί μετενσάρκωσης δεν διδάσκονταν στο Χριστιανικό ευαγγέλιο αλλά ήταν προιόντα φιλοσοφικής σκέψης ενώ παράλληλα επέμενε ότι δέχεται και πιστεύει ολόκληρο το ευαγγέλιο του Χριστό τον οποίον χαρακτήρισε ως Σωτήρα και Λυτρωτή όλων των ανθρώπων. Παρόμοιες ήταν και οι ιδέες και των άλλων δύο «αιρέσεων».
Οι Γνωστικιστές αυτοί σύμφωνα με τους σπουδαίους ιστορικούς Baur, Harnack, και Allen ήταν κατά κάποιο τρόπο οι πρώτοι συστηματικοί θεολόγοι και πρωτοπόροι στις μετέπειτα προσπάθειες των Χριστιανών να εναρμονίσουν τις αλήθειες του Χριστιανικού ευαγγελίου με τις αλήθειες που υπάρχουν διάσπαρτες στα διάφορα φιλοσοφικά και επιστημονικά συστήματα κάθε εποχής. Κάτι το παράλληλο γίνεται και σήμερα καθώς βλέπουμε πολλούς διαπρεπείς θεολόγους να προσπαθούν να εναρμονίσουν την θεολογική ιδέα της Δημιουργίας με την επιστημονική ιδέα της εξελικτικής κοσμολογίας και βιολογίας.
Αν και οι σέκτες αυτές κατηγορήθηκαν ότι δίδασκαν αιρετικές διδασκαλίες από τους «Ορθόδοξους» Χριστιανούς της εποχής τους, δεν κατηγορήθηκαν καθόλου για τη διδασκαλία τους σχετικά με την Παγκόσμια Αποκατάσταση. Δυστυχώς η ιστορία γράφεται από τους νικητές και έτσι δεν υπάρχει αρκετό υλικό από τους πρώτους αιώνες της εκκλησίας αν και είχαν γραφτεί αμέτρητα κείμενα από «ορθόδοξους» και «μη-ορθόδοξους» πατέρες. Η πλειοψηφία των γραπτών που διασώθηκαν ήταν φυσικά από όσους πατέρες μετέπειτα ανακυρύχθηκαν ως «ορθόδοξοι»:
«Ενώ θρηνούμε επειδή διασώθηκαν μονάχα τόσα λίγα γραπτά έργα από τους πρώτους αιώνες της θρησκείας μας, ξεχνάμε ότι αποτελεί θαύμα το ότι αυτά που έχουν διασωθεί είναι τόσα πολλά. Οι διωγμοί του Δέκιου και του Διοκλειτιανού, ιδιαίτερα του δεύτερου, προκάλεσαν την καταστροφή αμέτρητων Χριστιανικών γραπτών κειμένων. Αργότερα η καταστροφή της βιβλιοθήκης ης Αλεξάνδρειας από τους Άραβες, οι απάνθρωποι διωγμοί των αιρετικών Χριστιανών από τους ορθόδοξους, οι αναθεματισμοί των Συνόδων και οι κατάρες του Πάπα και των ιερέων καθόλη τη διάρκεια της παρατεταμένης εκκλησιαστικής παρακμής, όλοι αυτοί οι παράγοντες προκάλεσαν την καταστροφή πάρα πολλών βιβλίων και άλλων αρχαίων γραπτών πηγών. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι εάν είχαν διασωθεί όλα τα έργα του Κλήμη, του Ωριγένη καθώς και άλλων πατέρων στην αρχική γλώσσα τους, δηλαδή την ελληνική, και χωρίς τις προσθήκες, τις αλλαγές και τους ακρωτηριασμούς των διάφορων αιρεσιοκυνηγών, θα είχαμε τώρα ολόκληρες σελίδες αντί για απλές παραγράφους που να υπερασπίζονται την ελπίδα της Αποκατάστασης. Που και που κάποιο αρχαίο κείμενο που είχε τυχαία θαφτεί εμφανίζεται, όπως τα Φιλοσοφούμενα του Ιππόλυτου, τα οποία βρήκε το 1842 ένας μορφωμένος έλληνας σε μοναστήρι του Αγίου Όρους. Ο Ιππόλυτος λοιπόν ( γύρω στο 220 μ.Χ ) απαριθμεί και σχολιάζει 32 αιρέσεις αλλά η ιδέα της Αποκατάστασης δεν αναφέρεται πουθενά ως αίρεση, αν και τον ίδιο καιρό ήταν ευρύτατα διαδεδομένη. Σίγουρα ο Ιππόλυτος θα την απαριθμούσε εάν θεωρούταν αίρεση από τους τότε ‘ορθόδοξους’ Χριστιανούς!»
Θεόφιλος ( 180 μ. Χ )
Από τα έργα του Θεόφιλου, ο οποίος ήταν επίσκοπος της Αντιόχειας, έχει διασωθεί μεταξύ άλλων και μία «έκθεση» για τον Χριστιανισμό την οποία συνέταξε για έναν μορφωμένο εθνικό με το όνομα Αυτόλυχος. Αν και ο πατέρας αυτός χρησιμοποιεί τις συνηθισμένες Βιβλικές εκφράσεις για τις τιμωρίες του Θεού προς τους αμαρτωλούς, ( αιώνιο πυρ, κλπ., ) διευκρινίζει τα ακόλουθα: «Όπως ακριβώς το δοχείο από πηλό αφού φτιαχθεί με κάποιο ελλάτωμα ξαναφτιάχνεται από τον κεραμέα μέχρι να γίνει καινούργιο και σωστό, έτσι γίνεται και με τον άνθρωπο όταν πεθάνει. Αυτό γίνεται επειδή είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλον κομματιάζεται ώστε να βγεί ξανά στην ανάσταση ολόκληρος, δηλαδή τέλειος, δίκαιος και αθάνατος» (3)
Οι «Ψευδο-Κλημέντιες» ομιλίες
Τα κείμενα αυτά δεν γράφτηκαν από τον Κλήμη της Ρώμης όπως κάποτε πιστευόταν αλλά από άλλους Χριστιανούς της εποχής εκείνης. Παρόλα αυτά περιέχουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις ιδέες που επικρατούσαν τότε σε διάφορους Χριστιανικούς κύκλους. Διδάσκουν μεταξύ άλλων την τελική επικράτηση και θρίαμβο του καλού. Αν και περιγράφει την τιμωρία των ασεβών ως καταστροφή διαμέσου «του αιωνίου πυρός» εντούτοις σε άλλα σημεία περιγράφει ακόμα και τον Σατανά ως προσωρινά «πονηρό», ως έμμεσου υπηρέτη του καλού (!), ως μέσον που χρησιμοποιεί ο Θεός και γενικά ως ένα ον που τελικά θα μεταμορφωθεί και θα μετατραπεί σε «αγαθό»!
Υποσημειώσεις
1. Universalism: The Prevailing Doctrine of the Christian Church During Its First Five-Hundred Years - B. VIII. ii, verses 195-340 Ed. Opsopoei, Paris: 1667
2. Ibid: B. II, vv: 211-250-340
3. Ibid: Ad Autolicum, lib. II, cap. 26, Vol. VI, Migne's Patrologiæ
Index