Παγκόσμια Αποκατάσταση: η Χρυσή παράδοση των πατέρων
του Νικήτα Μπάλλα
7. Ωριγένης
"Ο Ωριγένης ήταν το ίδιο ειλικρινής ως Χριστιανός όσο ήταν και ως φιλόσοφος, και ήταν αυτή η ειλικρίνεια που έκανε τον Χριστιανισμό να θριαμβεύσει τον Τρίτο Αιώνα, και θα τον κάνει πάλι θριαμβευτή οποτεδήποτε βρει υποστηρικτές που είναι αποφασισμένοι να μην θυσιάσουν της φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις για την θρησκευτική τους πίστη ή την θρησκευτική τους πίστη για τις φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις..." Max Muller
"Η καταδίκη του Ωριγένη ήταν το τελειωτικό χτύπημα εναντίον της θεολογικής επιστήμης στην ελληνική εκκλησία, η οποία σταδιακά κατάντησε να είναι ένα στείρο σύστημα λειψανοποιημένης παράδοσης και μηχανικού φορμαλισμού..." P. Schaff
"Ο θάνατος του Ωριγένη ήταν το πραγματικό τέλος του ελεύθερου Χριστιανισμού, και πιο συγκεκριμένα της ελεύθερα σκεπτόμενης θεολογίας..." Bunsen
"Ένα κακό πνεύμα εκδηλώθηκε τον καιρό εκείνο στην καταδίωξη του Ωριγένη το οποίο δεν έχει σταματήσει από τότε να δηλητηριάζει την εκκλησία σε όλες της τις ομολογίες και δόγματα. Πρόκειται για ένα είδος λέπρας που έχει μολύνει όλη τη Χριστιανοσύνη. Και το κακό δε σταματάει εκεί, καθώς μπήκαν από τότε μηχανισμοί για την καταπολέμηση θεολογικών σφαλμάτων, οι οποίοι μηχανισμοί όμως αποτέλεσαν θανάσιμοι εχθροί της οποιασδήποτε ελεύθερης έρευνας. Απο την επιρροή των μηχανισμών αυτών η Παγκόσμια Εκκλησία δεν έχει ακόμα ελευθερωθεί..." Edward Beecher
Περνάμε τώρα στον πιό παρεξηγημένο και αδικημένο πατέρα της εκκλησίας. Μιλάω φυσικά για τον Ωριγένη, τον «αιρετικό» αυτόν μάρτυρα της αλήθειας, του οποίου η μεταθανάτια καταδίκη και αναθεματισμός για την πίστη του στην Αποκατάσταση αποτελεί αιώνια τιμή, ιδιαίτερα καθώς ο αναθεματισμός του ( τρεις αιώνες μετά το θανατό του ) έγινε κατόπιν εισήγησης και εξαναγκασμού από τον Ιουστινιανό.
Ο Ωριγένης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 185 μ.Χ. από Χριστιανούς γονείς. Το 203 μ.Χ, και μόλις σε ηλικία 18 ετών πήρε τη θέση του Κλήμη (ο οποίος φυγαδεύθηκε εξ αιτίας των τότε διωγμών) στην πρυτανεία της θεολογικής σχολής στην Αλεξάνδρεια. Τόσο στην μόρφωση και στη γνώση όσο και στην αρετή και την αγάπη δεν τον ξεπέρασε κανένας πατέρας της εκκλησίας. Τον σέβονταν όλοι οι διανοούμενοι της εποχής του. Το 228 μ.Χ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από δύο επισκόπους έξω από την ενορία του. Αυτό δεν άρεσε στον επίσκοπο της ενορίας του, ο οποίος αισθανόμενος ζήλια για την αυξανόμενη φήμη του νεαρού διδάσκαλου κατάφερε τρία χρόνια αργότερα τελικά να τον καθαιρέσει συγκαλώντας δύο συμβούλια «με δικούς του». Πολλοί ηγέτες των τότε εκκλησιών, ιδιαίτερα της Παλαιστήνης, της Αραβίας και της Ελλάδας δεν αναγνώρισαν αυτήν την απόφαση.
Το 230 μ. Χ ο Ωριγένης βρέθηκε στην Παλαιστήνη, όπου έγινε δεκτός με τον καλύτερο τρόπο, ενώ στη συνέχεια ίδρυσε θεολογική σχολή στην Καισαρεία, όπου η φήμη του συνέχισε να μεγαλώνει. Παντού έκανε φίλους. Πήγε επίσης στην Καππαδοκία και στην Ελλάδα όπου τιμήθηκε ιδιαίτερα από τους εκεί Χριστιανούς. Ο ιστορικός Huet αναφέρει ότι: «όλοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις δέχονταν τη διδασκαλία του Ωριγένη». Ο δε Doucin έγραψε: «Εάν κάποιος είχε με το μέρος του τον Ωριγένη, θεωρούσε τον εαυτό του βέβαιο ότι κατείχε την αλήθεια». Τελικά ο Ωριγένης επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια όταν ο Δημήτριος είχε ήδη αντικατασταθεί από τον Διόνυσο ο οποίος ήταν κάποτε μαθητής του. Κατά τους διωγμούς του Δέκιου βασανίστηκε αλλά δεν πέθανε αν και είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Τελικά το πονεμένο του σώμα δεν άντεξε στις κακουχίες και ο σπουδαίος αυτός θεολόγος πέθανε σε ηλικία 69 ετών.
Η βάναυση αντιμετώπιση του Ωριγένη
Ο Χάνσον γράφει: «η βάναυση αντιμετώπιση του Ωριγένη αποτελεί μία από τις ανωμαλίες της ιστορίας. Η εχθρική στάση εναντίον του, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ιστορικών εκδηλώθηκε όταν τόλμησε να επιτιμήσει τις δεσποτικές τάσεις του επισκόπου Δημητρίου ο οποίος βλέποντας την αυξανόμενη δημοφιλία του Ωριγένη έφτασε στο σημείο να τον φθονεί αφόρητα. Το πρόβλημα δεν ήταν ο Ουνιβερσαλισμός του. Ο ιστορικός Lardner αναφέρει ότι ‘ο Ωριγένης εκδιώχθηκε από την Αλεξάνδρεια όχι για αίρεση αλλά εξαιτίας φθόνου’. Ακόμα και ο Ιερώνυμος παραδέχθηκε ότι ο Ωριγένης εκδιώχθηκε όχι εξαιτίας της διδασκαλίας του αλλά επειδή ορισμένοι δεν άντεχαν από ζήλια να βλέπουν την μόρφωση και την ευλογία του’»
Μετά τον Ωριγένη ακολούθησαν ως διδάσκαλοι στην σχολή της Αλεξάνδρειας ο μαθητής του Ηρακλής, ο οποίος με τη σειρά του ακολουθήθηκε από τον Διονύσιο, ώστε όπως λέει και ο Χάνσον «από τον Πανταίο, τον Κλήμη, τον Ωριγένη, τον Ηράκλα και τον Διονύσιο μέχρι τον Δίδυμο, περίπου από το 160 μ.Χ μέχρι το 390 μ.Χ, για περισσότερο από δύο αιώνες, η Αποκατάσταση διδασκόταν ανοικτά στο τότε κέντρο της Χριστιανικής γνώσης, δηλαδή στην Αλεξάνδρεια. Ο θάνατος του Ωριγένη σηματοδότησε το τέλος μίας εποχής για τον Χριστιανισμό και την αρχή μιας παρατεταμένης παρακμής. Η δημοκρατικότητα άρχισε να δίνει τη θέση της στις μοναρχικές τάσεις που ωρίμασαν με τον Κωνσταντίνο ( 313 μ.Χ ) και τη Σύνοδο της Νίκαιας ( 325 μ.Χ ). Ο Κλήμης και ο Ωριγένης αντιπροσώπευσαν την ελευθερία σκέψεως...το άσχημο πνεύμα που επρόκειτο αργότερα να καταβάλλει τη Χριστιανική θρησκεία φάνηκε ξεκάθαρα από την χρονική περίοδο που πέθανε ο Ωριγένης»
Αυτά δεν τα λέει μονάχα ο Ουνιβερσαλιστής Χάνσον. Τα λένε και πολλοί άλλοι ιστορικοί όπως ο μεγάλος De Pressense: «Η Ανατολική Εκκλησία του Τρίτου αιώνα αγνόησε και ουσιαστικά ακύρωσε την καταδίκη του Ωριγένη από την ιεραρχία της Αλεξάνδρειας όπου οι μαθητές του άλλωστε παρέμειναν στην επιφάνεια και μετά το θάνατο του επισκόπου Δημητρίου, ο Ηρακλής, ο οποίος ήταν ο πιό κοντινός φίλος και έμπιστος μαθητής του Ωριγένη, έγινε ο ίδιος επίσκοπος με την έγκριση όλων των πρεσβυτέρων...Ο Ηρακλής όταν πέθανε αντικαταστάθηκε από έναν άλλο μαθητή του Ωριγένη, τον Διονύσιο της Αλεξάνδρειας μετά το θάνατο του οποίου ήρθε σταδιακά το τέλος μίας χρυσής εποχής για τη θεολογική σχολή της Αλεξάνδρειας». Δυστυχώς δεν φαίνεται να έχουν διασωθεί έργα όχι μόνο του Διονύσιου αλλά πολλών από τους φίλους του Ωριγένη που σίγουρα έβλεπαν με συμπάθεια και δε θεωρούσαν ως αιρετικές τις απόψεις του σχετικά με την Αποκατάσταση. Ο κατάλογος με τους φίλους που έκανε ο Ωριγένης σε όλο τον Χριστιανικό κόσμο της εποχής σίγουρα είναι πολύ μεγάλος, αλλά ξεχωρίζουν ονόματα όπως ο Αλέξανδρος ( επίσκοπος Ιεροσολύμων 216 μ.Χ ), ο επίσκοπος Καισαρείας Θεόκτιστος ( 240-260 ), ο επίσκοπος Καισαρείας Φιρμιλιανός ( 200-270 ) και ο αδελφός του Αθηνόδωρος ( 210-270 ), ο Αμβρόσιος ( 200-230 ), και πολλοί άλλοι.
Αξίζει να προσθέσω και την επισήμανση του Χάνσον ότι για να δοθεί η επισκοπική θέση μίας σημαντικής πόλης όπως η Αλεξάνδρεια σε τόσο κοντινούς φίλους και μαθητές του Ωριγένη, και για να έχει ο Ωριγένης τόσους πολλούς επίσκοπους έξω από την Αλεξάνδρεια ως επιστήθιους φίλους σίγουρα η θεολογία του θα θεωρούταν την εποχή εκείνη ως ορθόδοξη παρόλο που ο ίδιος εκδιώχθηκε με τον χειρότερο τρόπο από την αγαπημένη του Αλεξάνδρεια.
Τα λόγια του Bunsen: «Ο Ωριγένης έκανε μία ύστατη προσπάθεια να διατηρήσει την ελευθερία σκέψεως μαζί με μία λογική πίστη σε ιστορικά γεγονότα και πηγές, αλλά δυστυχώς απέτυχε στην γιγαντιαία αυτή προσπάθεια. Πέθανε περισσότερο από πληγωμένη καρδιά παρά από τις πληγές του σώματος που υπέφερε από τα βασανιστήρια των Ρωμαίων διωκτών του. Οι δε οπαδοί του απέτυχαν να διατηρήσουν την μεγαλοκαρδία του και και το ελεύθερο πνεύμα που πάντα αναζητά την αλήθεια. Μετά τον θανατό του όλο και περισσότερο οι διδάσκαλοι γινόντουσαν επίσκοποι, και οι επίσκοποι δεσπότες, η πλειοψηφία των οποίων επεδίωξε και πέτυχε να επιβάλλει ως νόμο τις δικές τους αντιλήψεις και θεωρίες σχετικά με τον Χριστιανισμό» Ο Bunsen αναγνώρισε ότι ο Ουνιβερσαλισμός του Ωριγένη, όπως διατυπώθηκε στο έργο του Περί Αρχών «συνοψίζει τα θεολογικά επιχειρήματα σχεδόν όλων των πατέρων πριν από αυτόν». Στη συνέχεια ο Bunsen εξηγεί ότι επειδή μία τόσο μεγάλη ιδέα όπως ο Ουνιβερσαλισμός δεν επέτρεπε στους ιεράρχες να ελέγχουν τους λαϊκούς, τελικά οι αντίπαλοι του Ωριγένη προτίμησαν να προωθήσουν τον φόβο μέσω της ιδέας ότι οι τιμωρίες της άλλης ζωής θα έχουν ατέλειωτη χρονική διάρκεια: «‘Κάτω ο Ωριγένης! Τί θα απογίνει η αρετή, ο Παράδεισος και ...η ιερατική εξουσία, εάν οι άνθρωποι δεν πείθονται μέσω του φόβου της παντοτινής τιμωρίας;’ Αυτό σκεφτόταν ο επίσκοπος της Αλεξάνδρειας Δημήτριος το 230».
Αν και δεν συμφωνούσε με τη διδασκαλία του Ωριγένη ο «ορθόδοξος» Bunsen δεν μπορούσε να μην παραδεχθεί την ανωτερότητα του πνευματός του. Σε ένα βιβλίο του με τίτλο The Martyrs and Apologists λέει τα εξής: «Ο Ωριγένης ποτέ δεν εκτροχιάσθηκε από την Χριστιανική του μεγαλοψυχία, και παραμένει το κατ εξοχήν παράδειγμα για όσους θεολόγους διώκονται από την ανθρώπινη μικροψυχία. Παραμένοντας ευγενικός και τρυφερός κάτω από τους αναθεματισμούς της ιεραρχίας, διατήρησε τις πεποιθήσεις του χωρίς να λυγίσει, χωρίς να ανακαλέσει και χωρίς να επαναστατήσει. Μπορούμε κάλλιστα να συμφωνήσουμε με τον ειλικρινή Tillemont ότι παρόλο που ένας τέτοιος άνθρωπος τηρεί αιρετικές απόψεις δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αιρετικός επειδή είναι εντελώς ελέυθερος από εκείνο το πνεύμα που καθιστά την ενοχή της αίρεσης»
Τα «λάθη» του Ωριγένη
Κάθε εποχή έχει και τις δικές της διαδεδομένες κοσμοθεωρίες και αντιλήψεις τόσο στην φιλοσοφία και την ηθική όσο και στην επιστήμη. Η εποχή του Ωριγένη δεν αποτέλεσε εξαίρεση και έτσι αναπόφευκτα οι πιό μορφωμένοι Χριστιανοί προσπάθησαν να εναρμονίσουν τις πνευματικές αλήθειες του ευαγγελίου με τις τότε επικρατούσες επιστημονικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις. Αυτό ακριβώς έκανε και ο Ωριγένης, ο οποίος προσπάθησε να βρεί κοινά σημεία ώστε να μπορέσει να διατυπώσει τις αλήθειες του ευαγγελίου στην γλώσσα της εποχής του. Αυτό το έκανε με απόλυτη επιτυχία, κερδίζοντας στον Χριστιανισμό πάρα πολλούς μορφωμένους «εθνικούς».
Απο τα λάθη του Ωριγένη ξεχωρίζει η πατριαρχική νοοτροπία που είχε για τις γυναίκες, ως πνευματικά κατώτερες των ανδρών, χωρίς όμως να φτάσει στα άκρα, όπως έκαναν άλλοι Χριστιανοί πατέρες.
Απο κει και πέρα, ο Ωριγένης διατύπωσε πάρα πολλές αμφιλεγόμενες ιδέες. Κατ’ αρχάς απέρριψε την ιδέα ότι στην Ανάσταση τα σώματα θα είναι σαρκικά και δίδαξε ότι θα είναι πνευματικά. Σίγουρα οι μορφωμένοι της εποχής του θα γέλαγαν με την ιδέα ότι τα αναστημένα σώματα θα είναι ταυτόχρονα σαρκικά και αθάνατα. Τα λόγια του Ωριγένη επάνω σε αυτό το θέμα δυστυχώς παρεξηγηθήκανε και διαστρεβλώθηκαν από μετέπειτα οπαδούς και πολεμιούς του. Ακόμα και όσο ζούσε συνέχεια παραπονιόταν ότι τα λόγια του διαστρεβλώνονταν και τα γραπτά του αλλοιώνονταν.
Η ιδέα πάντως για την οποία πολεμήθηκε περισσότερο μετα το θανατό του (ίσως περισσότερο από την Αποκατάσταση) ήταν η λεγόμενη προϋπαρξη των ψυχών. Ο Ωριγένης απλά υιοθέτησε μία από τις πιό διαδεδομένες φιλοσοφικές ιδέες της εποχής του, και την εναρμόνισε με τις αλήθειες του ευαγγελίου. Εάν ζούσε σήμερα πιθανόν να υιοθετούσε την Δαρβινική ιδέα της ανάπτυξης και με ευκολία να την διασκεύαζε με τέτοιον τρόπο που να συμφωνούσε με την ιδέα ότι τα πάντα δημιουργήθηκαν από τον Θεό. Αυτό άλλωστε γίνεται όλο και περισσότερο από θεολόγους και Χριστιανούς επιστήμονες της εποχής μας οι οποίοι δε δυσκολεύονται καθόλου να διατυπώσουν την Δαρβινιστική θεωρία ( ή οποιαδήποτε άλλη θεωρία ) μέσα σε Χριστιανικά πλαίσια.
Αυτό είναι δυνατό επειδή σταδιακά η Παγκόσμια Εκκλησία βγαίνει πάλι από το σκοτάδι του Καισαροπαπισμού (με εξαίρεση φυσικά τις διάφορες εξάρσεις του Φονταμενταλισμού ο οποίος είναι ένα από τα πολλά κοινωνικά φαινόμενα της περίπλοκης εποχής μας) και έχει αποκατασταθεί μία σχετική ελευθερία σκέψεως και έκφρασης χωρίς τον φόβο κάποιας Ιερής Εξέτασης. Η ίδια (σχεδόν) ελευθερία έκφρασης υπήρχε την εποχή του Ωριγένη και στην Αλεξάνδρεια όπου οι μορφωμένοι Χριστιανοί απολάμβαναν την ικανότητα να εξερευνούν τις αλήθειες του ευαγγελίου.
Όλοι οι πατέρες της αρχαίας εκκλησίας είχαν σφάλματα στις διδασκαλίες τους. Κανένας άλλωστε, απ ότι γνωρίζω δεν διεκδίκησε «το αλάθητο» που αργότερα επινόησαν οι Πάπες της Ρώμης. Όλοι οι πατέρες δίδαξαν "εσφαλμένες" ιδέες αλλά δεν κατηγορήθηκαν όλοι για αίρεση. Κατηγορήθηκαν, διώχθηκαν και αναθεματίσθηκαν για αίρεση μονάχα όσοι πατέρες έτυχε να μην ανήκουν (είτε οι ίδιοι είτε οι μεταγενέστεροι οπαδοί τους) στις ισχυρότερες εκκλησιαστικές φατρίες της εποχής τους, ή να είναι εμπόδιο στη διεκδίκηση των πρωτείων από κάποιους άλλους ή που απλά έπεσαν θύματα ζήλιας, φθόνου, έριδας κλπ. Η εκκλησιαστική εξόντωση γινόταν μέσω της κατηγορίας της αίρεσης, η οποία στηριζόταν συνήθως επάνω σε ανόητα ζητήματα ή διαφορές αντιλήψεων και σε πολλές περιπτώσεις επάνω σε εσκεμμένη διαστρέβλωση της διδασκαλίας των κατηγορούμενων. Όσοι πατέρες είχαν ήδη πεθάνει φυσικά δεν είχαν τη δυνατότητα να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους. Η περίπτωση του Ωριγένη έχει ενδιαφέρον καθώς αναθεματίσθηκε τρεις αιώνες μετα το θανατό του για ιδέες που την εποχή του δεν θεωρούνταν αιρετικές. Την εποχή του δεν είχε διατυπωθεί ακόμα σε ολοκληρωμένη μορφή ούτε το δόγμα της Αγίας Τριάδας. Εάν ήταν να κρίνουμε με τα σημερινά δεδομένα τις αντιλήψεις των πατέρων της αρχαίας εκκλησίας θα έπρεπε να τους αναθεματίσουμε όλους τους για αίρεση!
Ήταν αδύνατο να αποφύγουν τα λάθη οι τότε πατέρες, ιδιαίτερα όσοι, όπως και ο Ωριγένης, ανέπτυξαν έντονη συγγραφική δραστηριότητα, απαντώντας ο καθένας όσο καλύτερα μπορούσε στις προκλήσεις της εποχής του: «Η ευρύτητα του νου του, η απέραντη αγάπη του, και η έντονη τάση του να γενικολογεί, υποχρέωσε τον Ωριγένη στο να φιλοξενήσει στο φιλοσοφικό του σύστημα πολλές ιδέες που θεωρούνται σήμερα εσφαλμένες. Όμως η γεμάτη φαντασία αλληγορική ερμηνεία που έδινε στις Γραφές, οι θεωρίες του σχετικά με ην προϋπαρξη των ψυχών, και η τάση του να συμπεριλαμβάνει κάθε διαδεδομένη θεωρία και ιδέα στο συστημά του, σε καμμία περίπτωση δεν τον εκτρόχιασαν από τις αλήθειες και τα πραγματικά γεγονότα της Χριστιανικής αποκάλυψης. Οι ατελειές του δεν ήταν παρά ‘στίγματα στον ήλιο’, και οι ιδιάζουσες θεωρίες του δεν ξεπερνούσαν σε υπερβολή τις ιδιάζουσες θεωρίες των υπόλοιπων θεολόγων της εποχής του» (1)
Ο ιστορικός Robertson ( 2 ) προσθέτει: «Ο Ωριγένης είχε ως κύριο σκοπό να εναρμονίσει τον Χριστιανισμό με την φιλοσοφία. Προσπάθησε να συνδυάσει μέσα σε ένα Χριστιανικό πλαίσιο τις διάφορες σκόρπιες αλήθειες που υπήρχαν σε άλλα συστήματα σκέψης, να εδραιώσει το ευαγγέλιο σε μία μορφή που να μην εμποδίζει τον προσυλητισμό των Ιουδαίων, των Γνωστικιστών και των μορφωμένων εθνικών, ενώ τα σφαλματά του προέκυψαν από τον μεγάλο ζήλο με τον οποίον επιδίωξε να πετύχει τον σκοπό του»
Η ευρύτητα της σκέψης του είχε ευεργετικά αποτελέσματα για το πνεύμα του όπως φαίνεται και στον τρόπο με τον οποίον αντιμετώπιζε τους "αιρετικούς" της εποχής του καθώς και τους ίδιους του τους εχθρούς. Όπως τονίζει και ο Χάνσον, η Χριστιανική στάση του Ωριγένη «προς τους αντιφρονούντες» ήταν διαμετρικά αντίθετη με τη στάση που τήρησαν άλλοι πατέρες της αρχαίας εκκλησίας όπως οι Λατίνοι Αυγουστίνος και Τερτυλλιανός. Όταν του είπαν ότι οι αλλόδοξοι Χριστιανοί ήταν εχθροί, ο Ωριγένης απάντησε με τα ακόλουθα λόγια: «Όσοι από μας ακολουθούμε τη διδασκαλία του Ιησού, και προσπαθούμε να Του μοιάσουμε στη σκέψη μας, στα λόγια μας και στα έργα μας, όταν μας λοιδωρούν εμείς ευλογούμε, όταν μας διώκουν εμείς το υπομένουμε, και όταν μας συκοφαντούν το ανεχόμαστε. Ούτε λέμε άσχημα λόγια για όσους σκέφτονται διαφορετικά από εμάς. Όσοι αναλογισθούν τα λόγια του Κυρίου ‘μακάριοι οι ειρηνοποιοί, μακάριοι οι πραείς’ δεν θα μπορούν να μισήσουν αυτούς που διαστρεβλώνουν την Χριστιανική θρησκεία, ή να δώσουν υποτιμητικά ονόματα σε όσους βρίσκονται σε πλάνη» ( 3 )
Παρόλο που δεν ήταν αλάθητος ο Ωριγένης πρόσφερε πάρα πολλά στον Χριστιανισμό. Ακόμα και ο περιβόητος αυτο-ευνουχισμός του ( εάν πραγματικά συνέβη ) ήταν καλοπροαίρετος όταν από υπερβολικό ζήλο προσπάθησε να εξαφανίσει κάθε πιθανότητα σκανδάλου όταν δίδασκε σε τμήμα θηλέων της θεολογικής σχολής της Αλεξάνδρειας, ενώ αργότερα μετανόησε για το σφάλμα αυτό. Ο «μαθητής» του Ωριγένη και μεγάλος πατέρας της εκκλησίας Γρηγόριος ο Θεολόγος, περιέγραψε τον «δασκαλό» του ως «η πέτρα που ακονίζει όλους μας». Ο Γρηγόριος ο Νύσσης τον αποκάλεσε «πρίγκιπα της χριστιανικής γνώσεως». Δεν πρέπει ποτέ όλοι οι Χριστιανοί να ξεχνάμε ότι το πρώτο σύστημα Χριστιανικής θεολογίας (και απολογητικής) δημιουργήθηκε και δημοσιεύθηκε από τον Ωριγένη το 230 μ. Χ, και ότι το ολοκληρωμένο αυτό σύστημα διακύρρηξε την Παγκόσμια Αποκατάσταση ως βάση της Θεϊκής Δικαιοσύνης.
Ο Ωριγένης πίστευε ότι οι (κυριολεκτικές ή αλληγορικές) αλήθειες που διδάσκει η Αγία Γραφή προσφέρουνται ως θέματα για άπειρη φιλοσοφική αναζήτηση και έρευνα και δίδαξε ότι: «υπάρχει τόση μεγάλη σύνδεση και αλληλουχία μεταξύ του Χριστιανισμού και της ανθρώπινης λογικής που όχι μόνο οι βάσεις αλλά και οι μορφές όλων των Χριστιανικών δογμάτων εναρμονίζονται με της επιταγές της φιλοσοφίας...ο Χριστιανός θεολόγος πρέπει να χρησιμοποιεί την ευφυία του και την φαντασία του για να εξηγεί την αρμονία που υπάρχει μεταξύ θρησκείας και λογικής»
Πέρα από τις διάφορες ιδέες του Ωριγένη που καταδικάσθηκαν ως «αιρέσεις» ο Ουνιβερσαλισμός του πέρασε σχεδόν απαρατήρητος από τους αιρεσιοκυνηγούς της εποχής του. Ακόμα και πριν τον Ωριγένη, η ευρύτατα διαδεδομένη ιδέα της Αποκατάστασης ποτέ δεν χαρακτηρίσθηκε ως αίρεση από συγγραφείς όπως ο Ιγνάντιος, ο Ειρηναίος, κλπ. Όπως είδαμε και πριν, η Αποκατάσταση δεν συμπεριλήφθηκε ούτε στον κατάλογο αιρέσεων του Ιππόλυτου. Ο Χάνσον προσθέτει: «Ο Μεθόδιος ( 300 ), ο Παμφίλιος και ο Ευσέβιος ( 310 ), ο Ευστάθιος ( 380 ), ο Επιφάνειος ( 376 & 394 ), ο Θεόφιλος ( 400-404 ) και ο Ιερώνυμος ( 400 ), όλοι αυτοί οι πατέρες απαριθμούν τα διάφορα λάθη του Ωριγένη, χωρίς να αναφέρουν την ιδέα της Παγκόσμιας σωτηρίας των ανθρώπων. Μερικοί από τους πατέρες που επέκριναν τα λάθη του Ωριγένη ήταν και οι ίδιοι Ουνιβερσαλιστές.
Ο λυσσαλέος διωγμός του Ωριγένη από τον Επιφάνειο
Ο μεγάλος αιρεσιοκυνηγός Επιφάνειος, αν και δεν έδειξε να έχει πρόβλημα με την ιδέα ότι θα σωθούν όλοι οι άνθρωποι διαφώνησε έντονα με την ιδέα της Αποκατάστασης του Σατανά και χλεύασε τον Ωριγένη κατηγορώντας τον πως δίδασκε ότι ο Σατανάς και οι δαίμονες θα αποκατασταθούν στην αρχική τους δόξα «παρέα με τους αρχάγγελους και τους άγιους», αλλά μάλλον παρερμήνευσε τα λόγια του, καθώς ο Ωριγένης είχε διευκρινήσει ότι όπως όλα τα λογικά πλάσματα έτσι και οι δαίμονες τελικά θα υποταχθούν ακούσια στο θέλημα του Θεού, αλλά η "δόξα" του κάθε λογικού πλάσματος θα είναι διαφορετική, κλπ.
Ο Επιφάνειος είχε λυσσάξει με τον «Ωριγενισμό» της εποχής του και κυνήγησε αλύπητα τη διδασκαλία του Ωριγένη, προσπαθώντας με κάθε τρόπο να πετύχει τον αναθεματισμό του, παρόλο που ο Ωριγένης είχε ήδη πεθάνει. Έχοντας πάει στα Ιεροσόλυμα, ο «θερμοκέφαλος αλλά ειλικρινής» αυτός πατέρας προσπάθησε να πιέσει τον εκεί επίσκοπο Ιωάννη να απαρνηθεί τον Ωριγένη και τη διδασκαλία του. Αφού απέτυχε εκεί προσπάθησε να εξαναγκάσει τον Ιερώνυμο απειλώντας τον ότι κινδύνευε να χάσει τη φήμη του ως ορθόδοξος να απαρνηθεί τον ηρωά του Ο φιλόδοξος Ιερώνυμος αν και ήταν μεγάλος θαυμαστής του Ωριγένη τελικά λύγισε στην ψυχολογική πίεση του Επιφάνειου, καθώς προτίμησε να διαφυλάξει την φήμη του ως «ορθόδοξος» παρά να πάρει το μέρος του μακαρίτη Ωριγένη. Τελικά ο Επιφάνειος πήρε με το μέρος του και τον επίσκοπο της Αλεξάνδρειας Θεόφιλο, ο οποίος κάλεσε τοπική σύνοδο το 399 όπου καταδικάσθηκε ο Ωριγένης, χωρίς όμως να αναθεματισθεί αλλά αναθεματίσθηκαν «όσοι διαβάζουν τα βιβλία του».
Όταν το 402 μ. Χ , ο Επιφάνειος πήγε στην Κωνσταντινούπολη κρατώντας στα χέρια του Συνοδική απόφαση που καταδίκαζε τα βιβλία του Ωριγένη, αρνήθηκε πρόσκληση φιλοξενίας του τότε επισκόπου Χρυσόστομου επειδή ο Χρυσόστομος ήταν υποστηρικτής του Ωριγένη. Στη συνέχεια ο Επιφάνειος προσπάθησε να πείσει τους ιερείς της Πόλης να υπογράψουν την καταδίκη, αλλά όπως αναφέρει στο 12ο κεφάλαιο του βιβλίου του ο ιστορικός εκείνης της εποχής Σωκράτης: «πολλοί αρνήθηκαν, μεταξύ των οποίων ο επίσκοπος Σκυθίας Θεότινος, ο οποίος είπε «επιλέγω Επιφάνειε να μην προσβάλλω τη μνήμη κάποιου που έζησε τη ζωή του με ευσέβεια και που πέθανε πριν από πολύ καιρό, ούτε τολμώ να είμαι ένοχος για μία τόσο ασεβή πράξη, καταδικάζοντας ότι οι προγενεστεροί μας ουδέποτε απαρνήθηκαν, και ιδιαίτερα επειδή γνωρίζω ότι τα βιβλία του Ωιγένη δεν περιέχουν κάποια άσχημη διδασκαλία...όσοι προσπαθούν να στιγματίσουν αυτά τα γραπτά, χωρίς να το καταλαβαίνουν ατιμάζουν το ιερό βιβλίο επάνω στο οποίο τα γραπτά αυτά στηρίζονται...αυτή ήταν η απάντηση που έδωσε στον Επιφάνειο ο Θεόκτινος, ένας άνδρας γνωστός για την ευσέβεια και τον καλό χαρακτήρα του»
Ο ιστορικός Σωκράτης γεννήθηκε περίπου το 380 μ. Χ και συνέχισε την εκκλησιαστική ιστορία του Ευσέβιου μέχρι το 445 μ.Χ, καταγράφοντας όσα έμαθε από έγκυρες πηγές της εποχής του. Στο επόμενο κεφάλαιο (13) ο Σωκράτης προσθέτει ότι μονάχα κάτι άχρηστοι χαρακτήρες δέχτηκαν να καταδικάσουν τον Ωριγένη, μεταξύ των οποίων ονομάζει και τους Μεθόδιο, Ευστάθιο, Απολλυνάριο και Θεόφιλο ως «τέσσερεις υβριστές» των οποίων «οι επικρίσεις ήταν έπαινος» για τα γραπτά του Ωριγένη. Μετά από όλα αυτά ο Επιφάνειος πέθανε αλλά το πνεύμα του συνέχισε να ενεργεί μέχρι που ο Ωριγένης αναθεματίσθηκε για τα καλά από την Σύνοδο που κάλεσε ο Ιουστινιανός, όπου τελικά καταδικάσθηκε επίσημα και η διδασκαλία του σχετικά με την Αποκατάσταση. Μαρτυρίες πάντως όπως του Σωκράτη φανερώνουν ότι οι ιδέες του Ωριγένη παρέμειναν δημοφιλείς και τις ασπάζονταν οι καλύτεροι των πατέρων ακόμα και δύο αιώνες μετά το θανατό του.
Η αναγνώριση του Ωριγένη από την ιστορία
Δεν υπάρχει σοβαρός ιστορικός της εκκλησίας που να μην θαυμάζει τη ζωή και το έργο του Ωριγένη. Ακόμα και οι εχθροί του τον επαινούσαν και συνεχίζουν να τον επαινούν. Ο Ιερώνυμος αναφέρει ότι ο Ωριγένης έγραψε περισσότερα από όσα άλλοι δάσκαλοι μπορούν να διαβάσουν. Ο μεγάλος εχθρός του Ωριγένη, ο Επιφάνειος αναφέρει ότι ο Αλεξανδρινός αυτός πατέρας έγραψε παραπάνω από έξι χιλιάδες έργα!
Ο ιστορικός Gieseler έκανε το εξής σχόλιο: «Εάν παρέμεινε κάποιο ίχνος ελεύθερης σκέψης, έκφρασης και έρευνας την γεμάτη αναθεματισμούς εποχή του 5ου αιώνα το οφείλουμε στην συνεχιζόμενη επιρροή των γραπτών του Ωριγένη». Και ο Bunsen: «Ο θάνατος του Ωριγένη ήταν το πραγματικό τέλος του ελεύθερου Χριστιανισμού, και πιο συγκεκριμένα της ελεύθερα σκεπτόμενης θεολογίας»
Ο ιστορικός Philip Schaff, ο οποίος περιέγραψε τον Ωριγένη ως «πατέρα της επιστημονικής και κριτικής έρευνας των Γραφών» έγραψε τα εξής: «Είναι αδύνατο να μη νοιώσω συμπάθεια και σεβασμό για τον σπουδαίο αυτόν πατέρα ο οποίος παρόλα τα θαυμάσια ταλέντα του και τους αναρίθμητους φίλους του, εν τούτοις διώχθηκε από την χώρα του, καθαιρέθηκε από το ιερό του αξίωμα, μετά κατέληξε στην φυλακή αλυσοδεμένος, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα, και στη συνέχεια υποχρεώθηκε να σέρνει το γερασμένο και ανάπηρο σώμα του μέχρι να πεθάνει, αλλά και μετά το θανατό του η φήμη του αμαυρώθηκε και πάλι, το ονομά του αναθεματίστηκε, και η σωτηρία του απορρίφθηκε, αλλά ο οποίος, παρόλα αυτά, έκανε περισσότερα από όλους τους εχθρούς του μαζεμένους, για την προώθηση της ιερής γνώσης, για να κερδίσει στην πίστη άπιστους και αιρετικούς, και για την καταξίωση και σεβασμό της εκκλησίας στα μάτια του κόσμου...Ο Ωριγένης ήταν ο μεγαλύτερος θεολόγος της εποχής του, και ο περισσότερο μορφωμένος και ενάρετος πατέρας της εποχής πριν τη σύνοδο της Νίκαιας. Ακόμα και οι εχθροί της πίστης τον σέβονταν για τις γνώσεις του οι οποίες κάλυπταν όλους τους τομείς της φιλολογίας, της φιλοσοφίας και της θεολογίας. Είχε γόνμη και υψηλή σκέψη, διορατικότητα και πάνω απ όλα μία λαμπερή φαντασία. Όλες της μελέτες του της ξεκινούσε και καθαγίαζε με προσευχή» (4)
Ο De Pressense προσθέτει: «Ο Ωριγένης είναι ένας από τους μεγαλύτερους θεολόγους και αγίους της εκκλησίας. Μία από τις αγαπημενες του λέξεις περιγράφει ολόκληρη τη ζωή του: ‘Η Αγάπη’ λέει ξανά και ξανά ‘είναι αγωνία, είναι πάθος, ‘Caritas est passio’. Η ζωή του Ωριγένη ήταν να αγαπάει την αλήθεια τόσο πολύ που να υποφέρει γιαυτήν τόσο μέσα στον κόσμο όσο και μέσα στην ε&aappa;κλησία, να αγαπάει την ανθρωπότητα με μία τρυφερή συμπάθεια, να απλώνει τα χέρια της συμπόνοιας ολοένα και πιό ανοικτά ώστε να ξεπερνάει όλα τα δογματικά τείχη εξαιτίας αυτής της αγάπης που έκαιγε μέσα στην καρδιά του, γιαυτό και αντιλήφθηκε ότι η ουσία της αγάπης είναι η αυτοθυσία, και γιαυτό έγινε και ο ίδιος θυσία, υπομένοντας καρτερικά τους άδικους διωγμούς του» (5)
Ο Ευσέβιος περιέγραψε την αυτοθυσία του Ωριγένη με παρόμοια εγκωμιαστικά λόγια. «Παρόλα αυτά», σχολιάζει ο Χάνσον, «και σα να μην έφταναν οι διωγμοί που υπέστη κατα τη διάρκεια της ζωής του έχει εδώ και 15 αιώνες υποστεί τους αναθεματισμούς και τις κατακρίσεις Χριστιανών που δεν ήταν άξιοι ούτε να λύσουν τα σανδάλια του». Οι περισσότεροι που τον καταδίωξαν όσο ζούσε και μετά το θανατό του ήταν άνθρωποι πολύ κατώτερου χαρακτήρα «αλλά ο ειλικρινής Νικηφόρος έγραψε μόλις 150 χρόνια μετά το θάνατο του Ωριγένη ότι τον σεβόταν όλος ο κόσμος ως ένδοξο».
Ο Ευσέβιος πρόσθεσε ένα έκτο βιβλίο (307-310) στα πέντε απολογητικά βιβλία που είχε ήδη γράψει ο Παμφίλιος (ο οποίος μαρτύρισε το 294 μ.Χ) για τον Ωριγένη. Η Απολογία του Ωριγένη περιείχε διακηρύξεις πολλών αρχαίων πατέρων (6) υπέρ της Αποκατάστασης που δίδασκε ο Ωριγένης αλλά δεν έχουν διασωθεί παρα ελάχιστα αποσπασματά της μέσα στα γραπτά δύο άλλων πατέρων. Εάν είχε διασωθεί αυτό το έργο σίγουρα θα είχαμε στη διαθεσή μας πολλές περισσότερες μαρτυρίες για την μεγάλη ελπίδα του Χριστιανικού ευαγγελίου. Δυστυχώς από τους πρώτους αιώνες επικράτησε η τακτική να καταστρέφονται ή να αλλοιώνονται όσες γραπτές μαρτυρίες ήταν ενάντιες στα συμφέροντα της εκάστοτε εκκλησιαστικής ηγεσίας. Πάντως η αλήθεια πάντα βγαίνει στο φως και υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες που να επιβεβαιώνουν την άποψη ότι στην πλειοψηφία τους οι ικανότεροι πατέρες της εκκλησίας ασπάζονταν την ιδέα της Αποκατάστασης. Υπάρχει για παράδειγμα η μεταγενέστερη μαρτυρία του επισκόπου Άγκυρας Δομιτιανού ο οποίος διαμαρτύρεται ότι όσοι καταδικάζουν την Αποκατάσταση του Ωριγένη «καταδικάζουν και όλους αυτούς τους προγενέστερους και μεταγενεστεούς του αγίους», υπονοώντας με αυτόν τον τρόπο την γενική αποδοχή της Αποκατάστασης στην αρχαία εκκλησία.
Ο μεγάλος Mosheim έγραψε: «Εάν κάποιος αξίζει να είναι πρώτος στον κατάλογο των αγίων και των μαρτύρων, και να προβάλλεται κάθε χρόνο ως παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους Χριστιανούς, είναι ο Ωριγένης, καθώς με εξαίρεση τους Αποστόλους του Ιησού Χριστού και τους ακολουθούς τους, δε γνωρίζω κανέναν από όσους είναι κατεγραμμένοι και τιμημένοι ως άγιοι που να τον ξεπερνάνε σε αρετή και αγιοσύνη» (7). Ο Bigg προσθέτει: «Δεν έχει υπάρξει κανένας μεγάλος άνδρας της εκκλησίας που να μην έχει αγαπήσει τον Ωριγένη έστω και λίγο» (8).
O ιστορικός Henri Crouzel γράφει «Η επιροή του Ωριγένη στους Χριστιανούς συγγραφείς και θεολόγους ήταν πολύ μεγάλη και ευρεία. Κατα τη διάρκεια του τρίτου και του τέταρτου αιώνα είχε μαθητές παντού παρόλο που αναφέρονται από τους ιστορικούς μονάχα οι πιό γνωστοί». Ο Ωριγένης είπε κάποτε ότι η ιδανική ζωή του Χριστιανού είναι μία αδιάκοπη προσευχή. Ολόκληρη η ζωή του Ωριγένη ήταν μία αδιάκοπη προσευχή.
Οι σχολές της Αποκατάστασης
O ιστορικός Beecher συνόψισε ως εξής την περίοπτη θέση του Ουνιβερσαλισμού στις θεολογικές σχολές της αρχαίας εκκλησίας: «Δύο μεγάλες αλήθειες ξεχωρίζουν στις σελίδες της εκκλησιαστικής ιστορίας. Καταρχάς ξεχωρίζει το ότι το πρώτο σύστημα Χριστιανικής θεολογίας ετοιμάσθηκε και δημοσιεύθηκε από τον Ωριγένη το 230 μ.Χ, κεντρικό και βασικό στοιχείο του οποίου συστήματος ήταν η διδασκαλία της Παγκόσμιας Αποκατάστασης όλων των αμαρτήσαντων όντων... Η δεύτερη μεγάλη αλήθεια είναι ότι μετά από την πάροδο τριών περίπου αιώνων, το έτος 544, η διδασκαλία αυτή καταδικάσθηκε και αναθεματίσθηκε επίσημα για πρώτη φορά ως αιρετική... Στη συνέχεια επικράτησε ολοσχερώς η διδασκαλία της ατέρμονης κόλασης ιδιαίτερα κατα τη διάρκεια του Μεσσαίωνα...Ποιά λοιπόν ήταν η πραγματική κατάσταση στις κύριες θεολογικές σχολές την εποχή του Ωριγένη και τους μετέπειτα αιώνες;»
«Η κατάσταση είχε ως εξής. Υπήρχαν τουλάχιστον έξι μεγάλες θεολογικές σχολές. Από τις σχολές αυτές, μονάχα η μία ( Βόρειας Αφρικής ) ήταν φανερά υπέρ της διδασκαλίας της ατελεύτητης κόλασης. Μία άλλη ( Μικράς Ασίας ) ήταν υπέρ της ιδέας ότι τελικά οι αμετανόητοι αμαρτωλοί θα πάψουν να υπάρχουν, δηλαδή θα εξολοθρευτούν για πάντα. Δύο ήταν υπέρ της Παγκόσμιας Αποκατάστασης όπως τη δίδασκε ο Ωριγένης ( Αλεξάνδρειας και Καισαρείας ) και δύο υπέρ της Παγκόσμιας Αποκατάστασης όπως τη δίδασκε ο Θεόδωρος της Μοψουέστιας και ο Διόδωρος της Ταρσού( Αντιόχειας και Έδεσσας )»
«Είναι επίσης αλήθεια ότι οι κύριοι υπερασπιστές της Αποκατάστασης ήταν επίσης τελείως ορθόδοξοι, πίστευαν και δίδασκαν την θεότητα του Χριστού, την Αγία Τριάδα, την ενσάρκωση, την αναγέννηση κλπ., και ήταν σε ευσέβεια, πιστότητα, Χριστιανική δραστηριότητα και ευαγγελιστικό ζήλο, καθώς επίσης και σε γνώση, ευφυϊα, και μόρφωση από τους καλύτερους πατέρες όλων των εποχών, και κατά πολύ ανώτεροι από όσους σε μετέπειτα αιώνες μερικοί από αυτούς καταδικάστηκαν και αναθεματίσθηκαν… Οι πιό ικανοί πατέρες ( 300 – 400 μ.Χ ) ασπάσθηκαν τη διδασκαλία της Αποκατάστασης, και όσοι δεν την ασπάσθηκαν, δεν ήρθαν σε καμμία προστριβή με όσους την είχαν ασπασθεί και τη δίδασκαν. Όλα αυτά αντιστράφηκαν στην ( Λατινόφωνη ) Αφρικανική σχολή, όπου από πολύ νωρίς υιοθέτησαν την ιδέα των ασταμάτητων μεταθανάτιων βασανιστηρίων ως βασικό στοιχείο στο δικονομικό σύστημα που ανέπτυξαν σχετικά με τη θεία δικαιοσύνη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχολές της Βόρειας Αφρικής και της Μικράς Ασίας δεν ήταν στην ουσία θεολογικές σχολές, αλλά απλά διδακτικά κέντρα»
«Η μία από τις έξι σχολές της Χριστιανοσύνης που δίδαξε ότι τα βασανιστήρια της κόλασης θα είναι ατέλειωτα, δηλαδή η σχολή της Βόρειας Αφρικής, ήταν Λατινόφωνη και οι διδασκαλοί της δεν γνώριζαν καλά την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα να παρερμηνεύσουν τις αυθεντικές Ελληνικές Γραφές και έμπλεξαν τις ιδέες του Ρωμαϊκού Δικαίου με το Ευαγγέλιο. Εκεί άλλωστε προσδιορίζεται σύμφωνα με τους ιστορικούς η διαφορά της Ανατολικής με τη Δυτική θεολογία. Όσοι εξετάζουν την ιστορία της αρχαίας εκκλησίας βλέπουν ότι ο Τερτυλλιανός, ο Κυπριανός, ο Minucius Felix και ο Αυγουστίνος, επηρεάστηκαν από αυτούς τους παράγοντες και δημιούργησαν αυτό το θεολογικό έκτρωμα που βασίλευσε στον χριστιανικό κόσμο για πολλούς σκοτεινούς αιώνες» (9)
Στη συνέχεια ο Beecher παραθέτει τα λόγια ενός άλλου ιστορκού της εποχής του ονόματι Neale: «Όταν διαβάζουμε τα έργα του Ωριγένη, δεν πρέπει να θεωρούμε τις απόψεις του ως μεμονομένες καθώς πρόκειται για την συνέχιση των διδασκαλιών που είχε παραλάβει από τους προγενέστερους διδασκάλους της Αλεξάνδρειας. Η φιλοσοφία του Πανταίου πέρασε στον Κλήμη και από εκεί την υιοθέτησε ο Ωριγένης». Σε αυτό συνφώνησε και ο μεγάλος ιστορικός Gieseler: «Η πίστη στην έμφυτη ικανότητα βελτίωσης όλων των λογικών δημιουργημάτων, και η περιορισμένη διάρκεια των μεταθανάτιων τιμωριών ήταν τόσο διαδεδομένη, ακόμα και στη Δύση, ακόμα και στους αντιπάλους του Ωριγένη, που ήταν εντελώς ανεξάρτητη από το θεολογικό του σύστημα»
Ο Χάνσον καταλήγει: «Πρίν το 200 μ.Χ κυκλοφορούσαν τρείς απόψεις ανάμεσα στου Χριστιανούς σχετικά με το μέλλον των αμαρτωλών - οι ατελεύτητες τιμωρίες, η ολική εξολόθρευση και η Παγκόσμια Αποκατάσταση – αλλά απ ότι μπορούμε να δούμε στα λίγα διασωθέντα γραπτά εκείνης της εποχής, το ζήτημα αυτό δεν ήταν καθόλου αμφιλεγόμενο, και η Τρίτη άποψη ( Αποκατάσταση ) φαίνεται να ήταν η πιό διαδεδομένη απ’ όλες. Στα επόμενα 150 χρόνια ( 250-400 μ.Χ ), παρόλο που ο Ωριγένης και οι ‘αιρέσεις’ του καταδικάσθηκαν αρκετές φορές, δεν αναφέρθηκε σχεδόν καμμία αντίρρηση στη διδασκαλία του για την Αποκατάσταση. Από την άλλη πλευρά, το να ονομαζόταν κάποιος Ωριγενιστής θεωρούταν μεγάλη τιμή από το 260 μέχρι και το 290 μ.Χ» (10)
Ωριγένης o Απολογητής
Ένα από τα πιό πολύτιμα έργα του Ωριγένη ήταν η απολογία που έγραψε για τη Χριστιανική πίστη ως απάντηση στην κριτική που είχε κάνει εναντίον του Χριστιανισμού πριν σχεδόν από ένα αιώνα ο Επικούριος φιλόσοφος Κέλσος . Τόσο το έργο αυτό όσο και πολλά άλλα έργα του Ωριγένη τα οφείλουμε σε μεγάλο βαθμό στην υποστήριξη που είχε από τον Αμβρόσιο της Αλεξάνδρειας ( 180-250 μ.Χ ), έναν επιφανή άνδρα της εποχής εκείνης που έγινε Χριστιανός όταν γνώρισε τον Ωριγένη και στη συνέχεια τον ώθησε να γράψει πολλά έργα όπως η διάσημη απολογία/απάντηση στην κριτική του Κέλσου το έργο του οποίου με τίτλο «αληθινός διάλογος» συνέχιζε να αναστατώνει τους μορφωμένους Χριστιανούς της εποχής εκείνης. Ο Αμβρόσιος κάλυψε όλα τα έξοδα της παραγωγής και διανομής πολλών χειρογράφων από τα έργα του Ωριγένη, τον οποίον θαύμαζε απεριόριστα. (11).
Η απάντηση του Ωριγένη στην κριτική του Κέλσου, έχει διπλή αξία, καθώς περιέχει ολόκληρο το κείμενο του Κέλσου απαντώντας το σημείο προς σημείο. Έτσι, διασώθηκε τουλάχιστον ένα απο τα πολλά κείμενα επικριτών του Χριστιανισμού επιτρέποντας στους ιστορικούς να εξερευνήσουν καλύτερα την νεφελώδη ιστορική περίοδο των πρώτων αιώνων της Χριστιανοσύνης. Η τακτική των ηγετών της Εκκλησίας να καταστρέφουν οποιαδήποτε γραπτά κείμενα "αντιφρονούντων", μας έχει στερήσει απο πολλές πληροφορίες σχετικά με το τί ακριβώς γινόταν τους πρώτους αιώνες.
Σχετικά με τον Κέλσο ο De Pressense έγραψε: «Ο Κέλσος μάζεψε στη θήκη με τα βέλη του όλες τις πιθανές αντιρρήσεις εναντίον της Χριστιανικής πίστης, και από τα βέλη αυτά οπλίστηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι πολέμιοι του Χριστιανισμού. Σε κάθε σημείο που έθιξε ο Κέλσος, ο Ωριγένης όχι μόνο απάντησε ικανοποιητικά, αλλά και πρόλαβε πολλές από τις μεταγενέστερες αντιρρήσεις, προσφέροντας έτσι στην αρχαία εκκλησία μία πλήρη απολογητική και πέρασαν αρκετοί αιώνες πριν η εκκλησία παρήγαγε κάποιο απολογητικό έργο παρόμοιας εμβέλειας. Παραμένει το αριστούργημα της αρχαίας απολογητικής, σε σταθερά θεμέλια, ζωντανά επιχειρήματα, και πλατύτητα σκέψης και διατύπωσης. Οι απολογητές κάθε εποχής της εκκλησίας βρήκαν στο έργο αυτό του Ωριγένη μία αστείρευτη πηγή, καθώς και ένα ανεπανάληπτο παράδειγμα μίας βασιλικής και έντιμης μεθόδου»
Παρόμοιους έπαινους είχε γράψει από την εποχή του ίδιου του Ωριγένη και ο Ευσέβιος ο οποίος θαύμαζε απεριόριστα τον Αλεξανδρινό θεολόγο και φίλο του. Μαζί του συμφώνησε και ο μεταγενέστερος ιστορικός Cave: «Ο Κέλσος ήταν ένας Επικούριος φιλόσοφος που έζησε την ίδια εποχή που έζησε και ο μεγάλος αθεϊστής σατυρικός Λουκιανός. Ο Κέλσος είχε μεγάλη ευφυϊα, μαζί με όλα τα άλλα πλεονεκτήματα που προσφέρουν η μόρφωση, η φιλοσοφία και η ρητορική, και αποτέλεσε ένα θανάσιμο κίνδυνο στην νεαρή ακόμα Χριστιανική θρησκεία όπως φάνηκε και στο έργο που έγραψε εναντίον της χρησιμοποιώντας κάθε είδους υπονούμενα, σαρκαστικά σχόλια, αντιρρήσεις, αναλύσεις, επιχειρήματα, κλπ. Σε όλα αυτά, ο Ωριγένης αντέταξε μία πλήρη και ολοκληρωμένη απάντηση...και το κατάφερε αυτό με τη δύναμη της λογικής, με την σαφήνεια των επιχειρημάτων του και με την πειθώ των τεκμηρίων της αλήθειας. Εάν δεν υπήρχε άλλο έργο του Ωριγένη, η απάντηση του στον Κέλσο θα αρκούσε ως μαρτυρία της μεγαλοσύνης του»
Η "επιτυχημένη" απάντηση του Ωριγένη προς τον Κέλσο γράφτηκε το 249 μ.Χ και βασίστηκε στο ίδιο θεολογικό σύστημα που είχε παλαιότερα αναπτύξει ο Κλήμης σχετικά με την Αποκατάσταση των πάντων, την αναλλοίωτη αγάπη του Θεού προς όλα τα πλασματά Του, την ασταμάτητη χάρη και το αστείρευτο έλεος, τον προφητικό και προπαρασκευαστικό ρόλο των "εθνικών" θρησκευτικών συστημάτων, της φιλοσοφίας και της μυθολογίας μέχρι να αποκαλυφθεί το ευαγγέλιο του Χριστού και φυσικά τον παιδαγωγικό ρόλο της κάθε λεγόμενης Θεϊκής τιμωρίας. Όπως γράφει και ο Χάνσον, ο Ωριγένης «αντιμετώπισε αποτελεσματικά τον Κέλσο σε κάθε σημείο της κριτικής του, σε κάθε επιχείρημα, σε κάθε κατηγορία, σε κάθε σάτιρα, αποδεικνύοντας παράλληλα ένα πολύ ανώτερο πνεύμα. Δεν άφησε ούτε ένα επιχείρημα αναπάντητο» (12)
Στην επόμενη ενότητα θα δούμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα διασωθέντα έργα του Ωριγένη.
Υποσημειώσεις
1. Universalism The Prevailing Doctrine Of The Christian Church During Its First Five Hundred Years, chapter XIX: The Deterioration of Christian Thought, By J.W. HANSON, D. D Copyright Universalist Publishing House, Boston and Chicago, 1899
2. ο.π
3. ο.π
4. Schaff Hist. Christ. Church, I, pp. 54-55, πηγή: ο.π
5. Martyrs and Apologists II, p. 340, του De Pressense, πηγή: ο.π
6. Routh, Reliquiae Sacrae, iii, p. 498
7. Mosheim, Hist. Com. in Christ, before Constantine, ii, p. 149
8. Christ. Plat. of Alex., p. 303
9. HISTORY OF OPINIONS ON THE SCRIPTURAL DOCTRINE OF RETRIBUTION, του EDWARD BEECHER
10. Universalism The Prevailing Doctrine Of The Christian Church During Its First Five Hundred Years
11. βλέπε Εκκλησιαστική Ιστορία Ευσεβίου, B. 6
Universalism The Prevailing Doctrine Of The Christian Church During Its First Five Hundred Years